- αντιντάμπινγκ
- (antidumping). Πολιτική που αποσκοπεί στην προστασία της εσωτερικής αγοράς. Συνίσταται σε σύνολο χειρισμών, μέτρων κλπ., που σκοπό έχουν να αποτρέψουν την εισαγωγή προϊόντων, η τιμή των οποίων είναι μικρότερη (και επομένως ανταγωνιστική) με την τιμή αντίστοιχων προϊόντων που παράγονται σε εθνικό επίπεδο. Η πολιτική α. πρέπει να κινείται στα πλαίσια διεθνών εμπορικών συμφωνιών και –λαμβάνοντας υπόψη τις εγχώριες καταναλωτικές ανάγκες– να μη φτάνει σε ακραία σημεία.
Dictionary of Greek. 2013.